Συνέντευξη στο Club de Madrid
Η συνέντευξη αυτή, του Προέδρου του ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ και Προέδρου της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, Γιώργου Α. Παπανδρέου, δόθηκε μερικές μέρες πριν το αποτέλεσμα του Βρετανικού δημοψηφίσματος, που καταδεικνύει με τον χειρότερο τρόπο γιατί χρειαζόμαστε μία Νέα Ευρώπη.Μία προοδευτική Ευρώπη, μακρυά από κάθε τιμωρητική, συντηρητική και εσωστρεφή λογική. Μία Ευρώπη που θα πιστεύει στο ίδιο το εγχείρημα της. Μία Ευρώπη των λαών της, που θα αποφασίζει και θα σχεδιάζει με γνώμονα το ευρωπαϊκό και το διεθνές συμφέρον, αντί τις στενά εθνικές, λαϊκιστικές και ψηφοθηρικές αντιλήψεις.
Η ελληνική κρίση και η αντιμετώπιση της, ανέδειξε τις παθογένειες. Όπως και η προσφυγική σήμερα.
Υπάρχουν ακόμα ισχυρά τείχη εντός της ΕΕ, τείχη ανισότητας, τείχη
ταξικά, τείχη μίσους και ατελέσφορης διχόνοιας, τείχη που
εκμεταλλεύονται λαϊκιστές για ίδιον όφελος σύροντας μας σε ένα κακό
παρελθόν, τείχη που πρέπει να πέσουν για το καλό των λαών μας. Μπορούμε
καλύτερα.
<απόσπασμα από την συνέντευξη>
“Θα πρόσθετα πως οι τοίχοι είναι κακό υποκατάστατο στην αντιμετώπιση των πραγματικών προβλημάτων, στην αποδόμηση των υπαρκτών τειχών. Των τειχών μεταξύ των πλουσίων και των υπολοίπων, του 1% και του 99%, των τειχών μεταξύ ελεύθερων και καταπιεσμένων, των τειχών που δημιουργεί ένα κλιματικό απαρτχάιντ μεταξύ αυτών που έχουν πρόσβαση σε καθαρούς φυσικούς πόρους και αυτούς που υποφέρουν κάτω από την ανθυγιεινή και ελλιπή πρόσβαση σε βασικά αγαθά, όπως το νερό. Η λύση σε αυτά τα προβλήματα, θα έχτιζε γέφυρες, όχι νέα τείχη.
Τέλος, αν θέλουμε να λέμε πως ηγούμαστε, πρέπει να πολεμήσουμε τα τείχη που έχτισαν οι φονταμενταλιστές, οι ρατσιστές, οι υπερ-εθνικιστές. Τείχη στη σκέψη μας.
Κάθε χώρα, κάθε κοινωνία, έχει τις δικές της μνήμες και ιστορικές εμπειρίες.
Η Ελλάδα δέχτηκε εκατομμύρια προσφύγων, που διέσχισαν το Αιγαίο προς τα νησιά μας μετά το 1920, μετά από έναν πόλεμο με την Τουρκία. Εκείνη η εμπειρία μας βοήθησε τότε να κατανοήσουμε τον προσφυγικό πόνο και να αγκαλιάσουμε τον πρόσφυγα. Είμαστε ένα έθνος προσφύγων.
Δεν υπάρχει χώρα χωρίς τη δική της αντίστοιχη εμπειρία. Όλοι έχουμε υπάρξει ή είμαστε πρόσφυγες. Είμαστε όλοι πρόσφυγες σε ένα παγκοσμιοποιημένο κόσμο.”
-:-
Ακολουθεί μεταφρασμένη στα ελληνικά, όλη η συνέντευξη που δημοσιεύθηκε (σε δύο μέρη – μέρος Α, μέρος Β) στο Club de Madrid, με αφορμή την Ημέρα του Μετανάστη.Ποιοί είναι κατά τη γνώμη σας οι βαθύτεροι λόγοι για τις σημερινές προσφυγικές ροές γύρω από την Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή;
Η πρόσφατη μαζική έξοδος πολιτών από τη Μέση Ανατολή προς την Ευρώπη οφείλεται κυρίως στον πόλεμο στη Συρία. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεια ,4,7 εκατομμύρια άνθρωποι διέφυγαν απο τις αιματηρές συγκρουςεις στη Συρία αναζητώντας καταφύγιο στις γειτονικές χώρες. Επιπρόσθετα, 6,6 εκατομμύρια άνθρωποι αναγκάσθηκαν να μετακινηθούν στο εσωτερικό της χώρας. Οι υποδομές στις Συριακές πόλεις είναι σχεδόν κατεστραμμένες. Πώς θα επιβιώνει μία οικογένεια χωρίς ηλεκτρικό, τρεχούμενο νερό, νοσοκομεία ή σχολεία;
Όσο ο πόλεμος εξελίσσεται αλλάζει συνέχεια ο έλεγχος των εδαφών περνώντας σε διαφορετικές ομαδες. Οι πολίτες, με αίσθημα βαθιάς ανασφάλειας μεταξύ όλων αυτών των αντιμαχόμενων μερών, αναγκάζονται να «συμμαχούν» πότε με τη μία και πότε με την άλλη για να επιβιώσουν.
Περισσότεροι από 250.000 Σύροι – στρατιώτες και πολίτες – έχουν σκοτωθεί. Κάθε επιπλέον χρόνος πολεμικών συγκρούσεων, θα δημιουργεί επιπλέον πρόσφυγες. Οι αριθμοί, απλά, θα πολλαπλασιαστούν. Σύμφωνα με τη διεθνή ανθρωπιστική οργάνωση Mercy Corps, το 2012, υπήρξαν 100.000 πρόσφυγες από τη Συρία. Μέχρι τον Απρίλιο του 2013 υπήρχαν 800.000. Σε λιγότερο από τέσσερις μήνες, ο αριθμός αυτός διπλασιάστηκε σε 1,6 εκατομμύρια. Ογδόντα τοις εκατό των προσφύγων που έφτασαν στην Ευρώπη με βάρκες το 2015 ήταν από την Συρία, το Ιράκ και το Αφγανιστάν.
Σήμερα, οι Σύροι πρόσφυγες αποτελούν τη μεγαλύτερη ομάδα προσφύγων, σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη. Αυτό δεν θα αλλάξει μέχρι η διεθνής κοινότητα, οι χώρες της περιοχής που γειτνιάζει με τη Συρία, όπως και οι διαφορετικές κοινότητες της Συριακής κοινωνίας, αποφασίσουν να βάλουν ένα τέλος στον πόλεμο, ούτως ώστε να υπάρξει μία βασική συναίνεση πάνω σε ένα κοινό οδικό χάρτη προς μία ειρηνική, ανοιχτή, ανεκτική και πολυπολιτισμική κοινωνία, με μία κυβέρνηση που θα μπορεί να να εκπροσωπήσει και να προστατέψει τα δικαιώματα των πολιτών της Συρίας.
Οι διώξεις μειονοτήτων είναι άλλος ένας λόγος φυγής από τις χώρες τους. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι Σιίτες του Αφγανιστάν. Όπως οι γυναίκες και τα νεαρά κορίτσια που δεν μπορούν να δουν κανένα μέλλον σε μία κοινωνία που κυριαρχούν οι Ταλιμπάν ή αντίστοιχα καταπιεστικές ομάδες. Δυστυχώς, αυτές οι κατηγορίες προσφύγων δεν αναγνωρίζονται ως προτεραιότητας από τις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες και επαναπροωθούνταιστην χώρα προέλευσης τους.
Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε και τους αυξανόμενους αριθμούς προσφύγων από την υπο-Σαχάρια Αφρική. Σύμφωνα με τη FRONTEX, το 2015, 108.000 Αφρικάνοι χωρίς χαρτιά ήρθαν στην Ευρώπη. Αυτό αντιπροσωπεύει μία αύξηση της τάξης του 42% σε σύγκριση με το 2014.
Ο άνθρωποι θα μετακινούνται, ολοένα και περισσότερο σε αυτή την εποχή της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, ως συνέπεια πολεμικών συρράξεων, εμφυλίων πολέμων, καταπίεσης από αυταρχικά καθεστώτα, εθνοκαθάρσεις, παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι αριθμοί αυτοί θα επιδεινωθούν μέσα από την παγκόσμια ανισότητα, ή τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής – απομείωση των φυσικών πόρων, ξηρασία, φυσικές καταστροφές, πανδημικές ασθένειες.
Όσοι πολίτες επηρεαστούν από όλα αυτά, θα αναζητήσουν μία καλύτερη ζωή. Όσο αυτή δεν θα τους προσφέρεται στον τόπο τους, τόσο θα αναζητούν ένα καλύτερο αύριο κάπου αλλού.
Τι πρέπει να κάνει η ΕΕ;
Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αντιδράσει σύμφωνα με τις δυνατότητες και τις αρχές της. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, ως ένα εγχείρημα ειρήνης, οφείλει να χρησιμοποιήσει και να εξελίξει τις δυνατότητες που έχει προκειμένου να προσαρμοστεί σε νέες προκλήσεις, να μετριάσει κρίσεις, ακόμη και να ηγηθεί ενός διεθνούς εξανθρωπισμού των κοινωνιών.
Μία τέτοια πρόκληση – ομολογουμένως περίπλοκη – είναι το ζήτημα των προσφύγων και της μετανάστευσης γενικότερα. Σε ό,τι αφορά τις αξίες της, η ΕΕ έχει υπηρετήσει ανοιχτές, δημοκρατικές κοινωνίες, στη μάχη για ανθρώπινα δικαιώματα και κοινωνική συνοχή. Με την ίδια ματιά πρέπει τώρα να προσεγγίσουμε και να εκτιμήσουμε το προσφυγικό ζήτημα.
Πρέπει να δούμε πώς θα εφαρμόσουμε αυτές τις αξίες, τόσο σε ό,τι αφορά τους πρόσφυγες που φτάνουν στις ακτές και τις κοινωνίες μας, η προσαρμοστικότητα των οποίων δοκιμάζεται. Με βεβαιότητα, η εφαρμογή δυναμικών αναπτυξιακών πολιτικών στην ΕΕ, θα επέτρεπε στις κοινωνίες μας να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικότερα την ένταξη των νεοαφιχθέντων. Επομένως, είναι ύψιστης σημασίας η αντιμετώπιση της κρίσης με ένα συνολικό, ρεαλιστικό και ανθρωπιστικό τρόπο.
Η δυστοκία προσαρμογής σε νέες προκλήσεις στην παγκοσμιοποιημένη κοινότητα μας, έχει γίνει πηγή ανασφάλειας στην Ευρώπη. Τέτοιες προκλήσεις είναι οι πιέσεις που δέχεται η μεσαία τάξη και οι δομές πρόνοιας, η απόσταση που μεγαλώνει μεταξύ όσων ευημερούν και όσων περιθωριοποιούνται σε περιβάλλον παγκοσμιοποιημένης οικονομίας – οι άνεργοι και οι συναξιούχοι. Η ανασφάλεια αυτή έχει επιδεινωθεί μέσα από το προσφυγικό ζήτημα, με λαϊκιστές πολιτικούς να εκμεταλλεύονται και να τροφοδοτούν το φόβο, προωθώντας έναν ακραίο εθνικισμό, τη μισαλλοδοξία, το ρατσισμό, και τέλος προτείνοντας “λύσεις” απομονωτισμού, την ώρα που χρειαζόμαστε ακριβώς το αντίθετο: περισσότερη συνεργασία.
Έτσι, δεν υποσκάπτεται απλά η δυνατότητα μας για εξεύρεση βιώσιμων λύσεων στο προσφυγικό, αλλά τα ίδια τα θεμέλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Επείγει η συνδιαμόρφωση μίας κοινής πολιτικής στην ΕΕ. Οι συγκεχυμένες και αντίθετες δηλώσεις ή πολιτικές δεν βοηθούν κανέναν, ενώ δημιουργούν μικτές αντιδράσεις στις κοινότητες των προσφύγων. Η ξενοφοβική συνθηματολογία θα φέρει μόνο διχασμό και μίσος. Στα θετικά, η ύπαρξη Επιτρόπου στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με αποκλειστική αρμοδιότητα τη Μετανάστευση. Σε συνεργασία με άλλους Επιτρόπους, σχετικών αρμοδιοτήτων, δουλεύουν μαζί για τη δημιουργία μίας δίκαιης, κοινής και βιώσιμης πολιτικής ασύλου.
Η πρόκληση που έχουμε είναι μπροστά μας, πιεστική, καταστώντας κατεπείγουσα την εφαρμογή ενός Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου, που θα μειώσει τις γραφειοκρατικές διαδικασίες, θα επιτύχει μεγαλύτερο βαθμό σύγκλισης μεταξύ των μελών-κρατών, θα εξασφαλίζει τη δίκαιη μεταχείριση και την προστασία των αιτούντων άσυλο, θα επιδιώκει τη συστηματική συνεργασία τρίτων χωρών και θα προωθεί ένα διακριτό σχέδιο ένταξης. Η συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας μπορεί να ανέκοψε προσωρινά τις προσφυγικές ροές, αλλά ούτε μακροχρόνιες λύσεις παρέχει, ούτε ανταποκρίνεται στα διεθνή πρότυπα.
Τα παραπάνω είναι σημαντικά βήματα, όμως το ζήτημα δεν είναι τεχνικό, είναι ένα βαθύ πολιτικό ζήτημα που επιζητεί ευέλικτες λύσεις. Συνεπώς, οι ηγεσίες, τα ενδιαφερόμενα μέρη (stakeholders) και η κοινωνία των πολιτών πρέπει να κινηθούν εκτός πεπατημένης, γενναία, προκειμένου να βρουν ένα νέο αφήγημα γύρω από τα θέματα των προσφύγων και των μεταναστών.
Για παράδειγμα, μία κοινή πολιτική ασύλου οφείλει να συμπληρωθεί από τη θεσμοθέτηση της Ευρωπαϊκής υπηκοότητας και διαβατηρίου. Και δεν εννοώ μία ελληνική, γερμανική ή σουηδική υπηκοότητα, αλλά προτείνω μία κοινή, μοναδική, ευρωπαϊκή υπηκοότητα, που θα μπορεί να αποκτηθεί από πολίτες τρίτων χωρών. Με δικαίωμα ψήφου στην πόλη και τη χώρα παραμονής, καθώς και στις ευρωπαϊκές εκλογές. Με υποχρεώσεις, όπως την παρακολούθηση ενός ικανού προγράμματος εκπαίδευσης και ένταξης.
Πίσω στην αρχαία Αθήνα, υπήρξε έντονος προβληματισμός για το ποιός μπορούσε να είναι Αθηναίος, ή Έλληνας. Μπορούσε ένας μετανάστης, ένας δούλος , ή ένας ‘βάρβαρος‘ να γίνει Έλληνας; Ο Ισοκράτης απάντησε τότε λέγοντας πως Ελληνες ειναι οι μετέχοντες της ελληνικης παιδείας. Μία εξαιρετικά σύγχρονη άποψη. Είμαστε Έλληνες λόγω κοινών αξιών.
Ομοίως, σήμερα, καλούμαστε να δημιουργήσουμε κοινές αξίες, σε μία παγκόσμια, πλέον, κοινωνία. Έτσι, η Ευρώπη, οφείλει να εξεταστεί ως μικρογραφία του κόσμου που έρχεται. Η Ευρώπη οφείλει να πρωτοστατήσει στην προώθηση της ιδέας μιας οικουμενικής υπηκοότητας. Μίας υπηκοότητας που παρέχει κοινά δικαιώματα και ευθύνες, ανεξαρτήτως καταγωγής ή τόπου προέλευσης. Να οραματιστεί τη δημοκρατική συμμετοχή ως μέσο υπέρβασης των συνόρων.
Μία Ευρώπη προπομπό – παράδειγμα – για ένα κόσμο που χρειάζεται να πάει πέρα από τα όρια του έθνους, της ταυτότητας, της ξενοφοβίας, του φονταμενταλισμού, προκειμένου να αποφύγει μεγάλες καταστροφές και να αντιμετωπίσει δυσβάσταχτες προκλήσεις.
Τι είδους ηγεσία χρειάζεται για να επιλυθεί αυτή η κρίση; Ποιά είναι τα μηνύματα αντίλογος στην άποψη πως οι πρόσφυγες αποτελούν απειλή;
Οι Ηγέτες οφείλουν καταρχήν να δουν κατάματα τα γεγονότα και στη συνέχεια να φανούν ειλικρινείς προς τους ψηφοφόρους τους.
Οφείλουμε πρώτοι να αποδεχτούμε και να μεταφέρουμε στους πολίτες μας πως θα υπάρχουν μετακινήσεις πληθυσμών από χώρες που μαστίζονται από βία, ανασφάλεια, και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, προς χώρες που φαίνονται ασφαλέστερες, πιο ελεύθερες, και ευημερούσες.
Δεύτερον, πολλές μελέτες, συμπεριλαμβανομένων των πρόσφατων από την Παγκόσμια Τράπεζα, το ILO και τον OECD έχουν δείξει πως οι μετανάστες έχουν θετική επίδραση στις αναπτυγμένες οικονομίες, χωρίς να θίγουν το εγχώριο εργατικό δυναμικό. Η ένταξη προσφύγων πρέπει να αντιμετωπιστεί ως ευκαιρία για τις κοινωνίες μας, που μπορούν να μπολιαστούν θετικα από τη διαφορετικότητα.
Τρίτον, δεν πρέπει να συγχέουμε ποτέ τους πρόσφυγες με την τρομοκρατία. Οι πρόσφυγες είναι θύματα, που προσπαθούν να διαφύγουν τον τρόμο και τις διώξεις. Η αλήθεια είναι, είτε μας αρέσει, είτε όχι, πως οι περισσότερες τρομοκρατικές επιθέσεις στην Ευρώπη, έχουν γίνει από Ευρωπαίους πολίτες και όχι πρόσφυγες.
Πρέπει να δούμε όλο το θέμα από διαφορετική σκοπιά. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε, για παράδειγμα, πως ένας σημαντικός αριθμός Σύρων που σήμερα καλούμαστε να εντάξουμε στις κοινωνίες μας, θα επιστρέψουν στην πατρίδα τους μετά το τέλος του πολέμου. Εξ’ ορισμού, είναι φορείς αλλαγών, αφού απέρριψαν εμπράκτως την υπάρχουσα κατάσταση στην οποία βρίσκονταν.
Επομένως μπορούν, και πρέπει να τους υποστηριχθούν προς αυτή την κατεύθυνση, να γίνουν «αρχιτέκτονες», «μηχανικοί», «τελάληδες» μίας νέας δημοκρατικής Συρίας. Εντασσόμενοι, έστω προσωρινά, στις κοινωνίες μας, μπορούν να θωρακιστούν με ιδέες, πρακτικές, δημιουργικότητα που θα χρησιμοποιήσουν στη συνέχεια για να οικοδομήσουν με τη σειρά τους μία ειρηνική και ανεκτική Μέση Ανατολή. Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε το ρόλο μας σε ένα τέτοιο εγχείρημα και τα οφέλη που επιφυλάσσει για όλους.
Υπήρξα και εγώ πρόσφυγας πριν μερικά χρόνια. Και θα θυμάμαι για πάντα τον Όλαφ Πάλμε, που με καλούσε σε πολιτικές εκστρατείες του, παρουσιάζοντας με ως έναν πρώην πρόσφυγα στη Σουηδία, που αγωνιζόταν πλέον για τη θωράκιση της δημοκρατίας στην Ελλάδα! Όπως έχουν κάνει τόσοι άλλοι, από πολλά μέρη του κόσμου.
Τι θα είχατε να πείτε σε όσους θέλουν να κλείσουν τα σύνορα τους στην μετανάστευση;
Είναι πολύ απλό. Στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο μας, είναι αδύνατον να υπάρξεις ως μία «προστατευμένη», αποκομμένη νησίδα. Τα τείχη δεν θα λύσουν τίποτα. Αν τα τείχη μπορούσαν να ανακουφίσουν την απόγνωση στον κόσμο, μπορεί και να ήταν λύση. Αλλά κανένα τείχος δεν θα κρατήσει «έξω» τους φτωχούς, τους καταδιωκόμενους, τους απελπισμένους. Μπορούν μόνο να αποτρέψουν κάποιους απελπισμένους από την επιδίωξη μίας καλύτερης ζωής.
Τα σύνορα είναι η λάθος λύση, αν όχι απατηλή. Ακόμα και ο Ναύαρχος Σταυρίδης, μιλώντας για την ασφάλεια στην πρόσφατη ομιλία του στο TEDTALK δήλωσε κατηγορηματικά πως η «θέση του σήμερα είναι πως η ασφάλεια θα επιτευχθεί με γέφυρες, όχι τοίχους».
Θα πρόσθετα πως οι τοίχοι είναι κακό υποκατάστατο στην αντιμετώπιση των πραγματικών προβλημάτων, στην αποδόμηση των υπαρκτών τειχών. Των τειχών μεταξύ των πλουσίων και των υπολοίπων, του 1% και του 99%, των τειχών μεταξύ ελεύθερων και καταπιεσμένων, των τειχών που δημιουργεί ένα κλιματικό απαρτχάιντ μεταξύ αυτών που έχουν πρόσβαση σε καθαρούς φυσικούς πόρους και αυτούς που υποφέρουν κάτω από την ανθυγιεινή και ελλιπή πρόσβαση σε βασικά αγαθά, όπως το νερό. Η λύση σε αυτά τα προβλήματα, θα έχτιζε γέφυρες, όχι νέα τείχη.
Τέλος, αν θέλουμε να λέμε πως ηγούμαστε, πρέπει να πολεμήσουμε τα τείχη που έχτισαν οι φονταμενταλιστές, οι ρατσιστές, οι υπερ-εθνικιστές. Τείχη στη σκέψη μας.
Κάθε χώρα, κάθε κοινωνία, έχει τις δικές της μνήμες και ιστορικές εμπειρίες.
Η Ελλάδα δέχτηκε εκατομμύρια προσφύγων, που διέσχισαν το Αιγαίο προς τα νησιά μας μετά το 1920, μετά από έναν πόλεμο με την Τουρκία. Εκείνη η εμπειρία μας βοήθησε τότε να κατανοήσουμε τον προσφυγικό πόνο και να αγκαλιάσουμε τον πρόσφυγα. Είμαστε ένα έθνος προσφύγων.
Δεν υπάρχει χώρα χωρίς τη δική της αντίστοιχη εμπειρία. Όλοι έχουμε υπάρξει ή είμαστε πρόσφυγες. Είμαστε όλοι πρόσφυγες σε ένα παγκοσμιοποιημένο κόσμο.
Η προσφυγική κρίση επιτάσσει και ένα άλλο ερώτημα: τι κρατάμε ιερό από τις παραδόσεις μας, τι μαθαίνουμε από αυτές, τι διατηρούμε και ποιούς «δαίμονες» εγκαταλείπουμε; Αυτή είναι μία διαδικασία προσαρμογής που μας προκαλεί να σμιλέψουμε τη σημερινή μας ταυτότητα, σύμφωνα με τις σημερινές συνθήκες, διατηρώντας τα καλύτερα στοιχεία του ποιοί υπήρξαμε. Οι ηγέτες οφείλουν να αντλούν το καλύτερο από μέσα μας, όχι το χειρότερο.
Τι μπορεί να κάνει το Club de Madrid;
Μακροπρόθεσμα, είναι αυτονόητο, πως πρέπει να εξετάσουμε και να αντιμετωπίσουμε τα αίτια που προκαλούν τις μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών. Αυτό σημαίνει πως θα κάνουμε όλα όσα είναι δυνατόν, προκειμένου να σταματήσουμε συνεχιζόμενες διαμάχες και την έναρξη νέων. Σημαίνει πως θα επενδύσουμε με εξωτερική βοήθεια στην βελτίωση των οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών στις πιο ευάλωτες χώρες. Σημαίνει πως θα εμπλακούμε δυναμικά στις προσπάθειες αντιμετώπισης παγκόσμιων απειλών όπως αυτή της κλιματικής αλλαγής.
Το Club de Madrid είναι μία μοναδική οργάνωση που συνδυάζει τη γνώση και την εμπειρία πολλών πρώην Ηγετών Κρατών και Κυβερνήσεων από όλες τις ηπείρους.
Μπορεί να φέρει νέες ιδέες και λύσεις σε παγκόσμια ζητήματα, όπως το προσφυγικό, να δώσει φωνή στους αδύναμους, μπορεί να κάνει τη διαφορά στην κοινή μας προσπάθεια, στον εξανθρωπισμό της παγκοσμιοποίησης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου