Αναγκαία η αναπροσαρμογή τώρα και όχι από το 2017
Σπίτια και μαγαζιά πωλούνται ακόμη και κάτω από το μισό της αντικειμενικής τους αξίας δημιουργώντας
στρεβλώσεις στην αγορά – Πολλοί ιδιοκτήτες αδυνατούν να ανταποκριθούν στον ΕΝΦΙΑ
Δέσμιοι των υψηλών αντικειμενικών αξιών παραμένουν χιλιάδες ιδιοκτήτες ακινήτων και στο Αγρίνιο, οι οποίοι φορολογούνται με πλασματικό τρόπο για αξία περιουσίας πολύ υψηλότερη από την πραγματική της αξία.
Την ίδια ώρα, το σύστημα των αντικειμενικών αξιών έτσι όπως εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια, συμβάλει με την σειρά του στην πτώση της αγοράς, οδηγώντας σε έναν φαύλο κύκλο, αφού το όλο κλίμα που επικρατεί δημιουργεί ανασφάλεια και αστάθεια, με αποτέλεσμα οι αγοραπωλησίες να έχουν κυριολεκτικά παγώσει. Ταυτόχρονα, οι πρόσφατες ανακοινώσεις του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης για αναπροσαρμογή τους με βάση την πραγματικότητα αλλά από το 2017, κάθε άλλο παρά καθησυχάζει μια αγορά που όλο και βουλιάζει και που έως πρόσφατα, μαζί με την οικοδομή, αποτελούσε έναν από τους πυλώνες της ελληνικής οικονομίας.
Τα παραδείγματα τα οποία μας παρείχε για τις ανάγκες του ρεπορτάζ ο μεσίτης Στράτος Καλύβας, καλός γνώστης της τοπικής αγοράς, καταγράφουν με τον πλέον ενδεικτικό τρόπο τις τάσεις αλλά και την απόγνωση στην οποία έχει οδηγηθεί η αγορά ακινήτου στο Αγρίνιο μεσούσης της οικονομικής ύφεσης:
Κατάστημα σε κεντρικό δρόμο της πόλης πωλήθηκε προς 150.000 ευρώ, τη στιγμή που η αντικειμενική του αξία ήταν 360.000 ευρώ.
Ομοίως, παλαιό διαμέρισμα 173 τετραγωνικών μέτρων είχε αντικειμενική αξία 108.000 ευρώ. Πωλήθηκε όμως προς 50.000 ευρώ, δηλαδή για λιγότερο από την μισή του αξία, όπως την αποτιμά η εφορία. Η κατάσταση είναι ελαφρώς καλύτερη για τα οικόπεδα και τα αγροτεμάχια, αφού όχι μόνο καταφέρνουν να διατηρούν σχετικά την αξία τους, αλλά οι αντικειμενικές τους αξίες ήταν ούτως ή άλλως χαμηλές.
Οι μεγάλοι θιγμένοι όμως είναι οι κάτοχοι ακινήτων εμπορικού χαρακτήρα, οι οποίοι είδαν μέσα σε μια πενταετία την εμπορική αξία της περιουσίας τους να καταβαραθρώνεται. Όπως επισημαίνει ο κ. Καλύβας, καθοριστικός παράγοντας γι’ αυτό είναι και το σύστημα της προσαύξησης βάση της εμπορικότητας που προστίθεται σε κάθε κατάστημα, με βάση κριτήρια όπως οι προσόψεις, η ύπαρξη ή μη θέρμανσης και τουαλέτας κτλ, το οποίο πλέον απέχει παρασάγγας από την πραγματικότητα. Αυτό το σύστημα είναι άλλωστε που ευθύνεται και για τις υψηλότατες αντικειμενικές αξίες που ισχύουν για καταστήματα ιδίως στο κέντρο της πόλης και τους πάλαι ποτέ εμπορικότατους δρόμους της, σύστημα που μπορεί να ανεβάσει την αξία κατά 4.2% μόνο και μόνο επειδή κάποιο κατάστημα βρίσκεται για παράδειγμα επί της οδού Παπαστράτου.
Το θέμα είχε αναδείξει παλιότερα στο φύλλο της 3ης Απριλίου 2014 η «Σ», όπου και είχε τονιστεί η ανάγκη για άμεση αναπροσαρμογή του συστήματος των αντικειμενικών αξιών. Δυστυχώς όμως οι ιθύνοντες δεν επιδεικνύουν την ταχύτητα η οποία χρειάζεται για να ληφθούν τέτοιες αποφάσεις. Έτσι, αν και φάνηκε κάποια κινητικότητα από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, οι πρόσφατη εξαγγελία ότι το νέο σύστημα των αντικειμενικών θα αρχίσει να εφαρμόζεται από το 2017, δηλαδή σχεδόν μια ολόκληρη δεκαετία από την έναρξη της κρίσης, δεν αποτελεί παράγοντα εφησυχασμού της αγοράς, η ο οποία έτρεφε την προσδοκία αυτή εδώ και χρόνια.
Πέρα όμως από την φορολόγηση με βάση εικονικές αξίες που δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα, το απαρχαιωμένο σύστημα προσδιορισμού των αντικειμενικών αξιών δημιουργεί και μια σειρά στρεβλώσεων στην αγορά. Έτσι, για παράδειγμα, όποιος προχωρά σε μια οποιαδήποτε αγορά ακινήτου όχι μόνο επιβαρύνεται με φόρο μεταβίβασης 3% επί της αντικειμενικής αξίας και όχι επί του πραγματικού ποσού το οποίο κατέβαλε για την αγορά του, αλλά θα πρέπει μάλιστα να αποδείξει και το πόθεν έσχες ολόκληρου του ποσού. Όπως είναι λογικό, η κατάσταση αυτή η οποία επικρατεί έχει οδηγήσει σε απίστευτη συρρίκνωση της αγοράς.
Παράλληλα, ο λανθασμένος τρόπος με τον οποίο εφαρμόστηκε ο ΕΝΦΙΑ και οι συνεχείς αναπροσαρμογές, κάτι το οποίο είναι ιδιαίτερα συχνό φαινόμενο στην ελληνική πραγματικότητα, όχι μόνο δεν καθησυχάζουν την αγορά, η οποία κάθεται σε ανάμενα κάρβουνα, αλλά σε πολλές περιπτώσεις διώχνουν και ξένους επενδυτές οι οποίοι ενδιαφέρονται να επενδύσουν στην χώρα αλλά σύντομα απογοητεύονται από τη γραφειοκρατία και τις απανωτές αλλαγές του συστήματος φορολόγησης. «Αποτελεί θέση του συλλόγου ιδιοκτητών ακινήτων ότι η περιουσία δεν συνιστά εισόδημα και άρα δεν πρέπει να φορολογείται ως τέτοια», συμπληρώνει με νόημα ο κ. Καλύβας, ο οποίος κάνει λόγο για μια πραγματική «οικονομική επίθεση» την οποία δέχθηκαν όσοι τα προηγούμενα χρόνια επέλεξαν να επενδύσουν στη βεβαιότητα που θεωρούνταν ότι παρείχε η αγορά γης και ακινήτων.
Έτσι, μέσα σε όλο αυτό το κλίμα που έχει διαμορφωθεί, δεν είναι λίγοι αυτοί που βρέθηκαν να είναι κάτοχοι μεγάλης ακίνητης περιουσίας, σε πολλές περιπτώσεις αποτέλεσμα κληρονομιάς, οι οποίοι μη αδυνατώντας να ανταποκριθούν στην υπερφορολόγηση, καταφεύγουν ακόμη και στην πώληση όσο-όσο προκειμένου να ξεφορτωθούν τα ακίνητα που αντί για περιουσία έχουν μετατραπεί σε δυσβάστακτο βάρος. Όπως είπαμε και παραπάνω όμως, ακόμη και αν βρεθεί αγοραστής, απλά θα αποτελέσει ένας ακόμη κρίκο στον φαύλο κύκλο που αποτελεί η αγορά ακινήτων στην Ελλάδα.
Κώστας Καρακώστας
Εφημερίδα «Συνείδηση»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου