Δευτέρα 25 Αυγούστου 2014

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΣΑΧΙΝΙΔΗ ΣΤΟ Ρ/Σ «ΑΘΗΝΑ 9,84»



sachinidis_2


Ο πρώην Υπουργός Οικονομικών, Επικεφαλής του ΚτΕ Οικονομίας του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και Βουλευτής του κόμματός του στη Λάρισα κ. Φίλιππος Σαχινίδης, είναι στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής μας γραμμής. Καλή σας ημέρα, κύριε Σαχινίδη.

 
Καλή σας ημέρα και επιτρέψτε μου να ευχηθώ και «καλό αποκαλόκαιρο».
 
Να είστε καλά, επίσης. Μάλλον είναι μια περίοδος, η οποία ευνοεί, θα έλεγα, και πολιτικά σενάρια και οικονομικά σενάρια και βλέπω όλη τη συζήτηση που γίνεται στο πολιτικό πεδίο γύρω από το θέμα της Προεδρικής εκλογής. Διακρίνω μια αβεβαιότητα από αρκετά Κυβερνητικά στελέχη για τον μαγικό αριθμό 180 και από την άλλη, σκέφτεται κανείς, τελικά στα θέματα της οικονομίας τα επιλύσαμε όλα, βγαίνουμε από την κρίση, τέλος το Μνημόνιο;
 
Έχετε απόλυτο δίκιο, ότι τις τελευταίες ημέρες κυριαρχεί η συζήτηση γύρω από τη δυνατότητα της παρούσας Βουλής, να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Θα επιμείνω, ότι αυτό το οποίο έχει ανάγκη η χώρα μας, είναι η δυνατότητα να συνεχίσει την υλοποίηση εκείνων των αλλαγών που θα της επιτρέψουν να περάσει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας. Η πραγματικότητα είναι σκληρή για πολλούς από τους συμπολίτες μας, αφού η ανεργία παραμένει στα υψηλότερα μεταπολεμικά επίπεδα που γνώρισε η Ελλάδα.

Κύριε Σαχινίδη, θα έλεγε κανείς ότι αυτό το ζήτημα, να περάσει η ελληνική οικονομία σε ρυθμούς ανάπτυξης, η δημιουργία των θέσεων εργασίας, να πέσει αυτό το εφιαλτικό ποσοστό της ανεργίας είναι ένα ζήτημα, θα έλεγα, πανευρωπαϊκό αυτή τη στιγμή. Χτυπά το σκληρό πυρήνα της Ευρωζώνης.
 
Συμφωνώ απόλυτα μαζί σας, και δεν είναι τυχαίο, ότι τις τελευταίες ημέρες με δημόσιες τοποθετήσεις του και ο Διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ο κ. Ντράγκι, που δεν φημίζεται για τον προοδευτικό προσανατολισμό των ιδεών του, διατυπώνει ανοικτά την ανησυχία του για το πόσο αργά προχωρά η ανάκαμψη της Ευρώπης. Υπάρχουν αυτή τη στιγμή μετρήσεις συγκριτικές, που δείχνουν πως συμπεριφέρθηκε η Ευρωπαϊκή Οικονομία κάτω από διαφορετικά νομισματικά συστήματα που λειτούργησαν και με πόσο μεγάλη καθυστέρηση πετύχαινε κάθε φορά την ανάκαμψη μετά το ξέσπασμα μιας μεγάλης κρίσης. Φαίνεται, ότι η παρούσα φάση, δηλαδή τώρα που η Ευρωζώνη λειτουργεί με κεντρικό νόμισμα το Ευρώ, είναι η χειρότερη σε ότι αφορά την ταχύτητα αντίδρασης της ευρωπαϊκής οικονομίας σε αυτή την τόσο μεγάλη κρίση και αυτό θα πρέπει να μας προβληματίσει. Γι΄αυτό και ο κ. Ντράγκι εξέπεμψε ένα σήμα κινδύνου προς εκείνες τις χώρες που παίζουν καθοριστικό ρόλο στη λήψη αποφάσεων στην Ευρωζώνη, λέγοντάς τους, ότι θα πρέπει να πάρουν πρωτοβουλίες. Και δεν είναι τυχαίες, νομίζω, και οι πρόσφατες δηλώσεις που έκανε ο Υπουργός Οικονομίας της Γαλλίας…

Ο κ. Αρνό Μοντεμπούρ. Συγκλονιστική συνέντευξη στη «Le Μonde».
Ακριβώς. Ο οποίος για πρώτη φορά μιλά ανοικτά, ότι θα πρέπει με κάθε τρόπο να προχωρήσουμε σε ανατροπή αυτής της παρατεταμένης λιτότητας που έχει υιοθετηθεί ως τρόπος αποτελεσματικής αντίδρασης στην κρίση και να προχωρήσουμε σε μια άλλη πολιτική επιλογή σε επίπεδο Ευρώπης. Και εδώ ακριβώς εστιάζω και την δική μου άποψη.

Κύριε Σαχινίδη, επειδή μιλήσατε για την ταχύτητα αντίδρασης της Ευρωζώνης και της Ευρώπης συνολικά στο ζήτημα της κρίσης, ο Αρνό Μοντεμπούρ μιλάει για μια εντελώς λανθασμένη – αν δεν κάνω λάθος – προσέγγιση. Δογματισμός, νομίζω, ότι είναι η έννοια που χρησιμοποιεί στο θέμα της μείωσης των ελλειμμάτων, που εμποδίζει τελικά την προσπάθεια όλη αυτή, σε αυτό που περιγράψατε. Δηλαδή, στο να υπάρχει ανάπτυξη και να μειωθεί η ανεργία.
 
Υπάρχει μια δογματική ιδεοληψία, η οποία ξεκινά από μια αντίληψη που έχει διαμορφωθεί στο Βερολίνο, που λέει, ότι για να λειτουργήσει σωστά η Ευρωζώνη, θα πρέπει οι χώρες με τα ελλείμματα να τα μετατρέψουν σε πλεονάσματα. Εγώ θα θέσω ένα πολύ απλό ερώτημα, που έχω θέσει και την περίοδο που ήμουν Υπουργός και συνομιλούσα με συναδέλφους μου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τα πλεονάσματα τα δικά τους είναι τα ελλείμματα τα δικά μας. Για κάθε ένα ευρώ έλλειμμα που έχει το ελληνικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, πιθανότατα αυτό να είναι ένα ευρώ πλεόνασμα, είτε της Γερμανικής είτε της Ολλανδικής ή κάποιας Βόρειας οικονομίας. Και αυτό σημαίνει δημιουργία θέσεων εργασίας στο Βορρά και αντίστοιχα απώλεια θέσεων εργασίας στο Νότο. Τους έλεγα, ότι δεν μπορεί η δική σας η άποψη να είναι η σωστή λύση για την αντιμετώπιση των προβλημάτων, ούτε μπορούμε να αφήνουμε την αντιμετώπιση των προβλημάτων γενικά στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, συνταγή την οποία επιμένουν ότι πρέπει να εφαρμόσουμε. Δηλαδή, συνδυασμός λιτότητας και μεταρρυθμίσεων, κατά την άποψη του σκληρού πυρήνα της Ευρωζώνης, είναι η απάντηση στα προβλήματα της Ευρωζώνης. Φαίνεται, ότι αυτή τη στιγμή διαμορφώνεται μια διαφορετική προσέγγιση γύρω από το ζήτημα αυτό και αυτή τη διαφορετική προσέγγιση αρχίζουν πλέον και την αποδέχονται και άνθρωποι, όπως είναι ο Διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ο οποίος ζήτησε από κάποιες χώρες να αυξήσουν κάπως τις δαπάνες τους για να μπορέσει να ανακάμψει η ζήτηση στην Ευρωζώνη.

Με δεδομένο το πολιτικό και το οικονομικό κλίμα που έχει διαμορφωθεί, η εκτίμησή σας είναι, σε ότι αφορά συνολικά την Ευρώπη αλλά και σε ότι αφορά στο ελληνικό πρόβλημα το οποίο είναι μπροστά μας, νομίζω ότι η «βεντάλια» είναι ακόμη ανοικτή, δεν έχει κλείσει.
 
Βεβαίως, δεν έχουν λυθεί πολλά ζητήματα. Κατά την επισκόπηση του Σεπτεμβρίου που θα γίνει και στην Γαλλία και εδώ στην Ελλάδα, αντιλαμβάνεστε, ότι θα εξεταστούν πάρα πολλά από τα ζητήματα τα κομβικά, όπως για παράδειγμα, τι θα γίνει με το χρηματοδοτικό κενό. Είναι ένα μεγάλο ζήτημα, για το οποίο δεν γίνεται δημόσια συζήτηση. Τι θα γίνει, για παράδειγμα, με την αδυναμία – όπως περιγράφηκε και σε δημοσίευμα Κυριακάτικης εφημερίδας – των ελληνικών τραπεζών να αντλούν, ελλείψει επαρκούς ενέχυρου, φτηνή ρευστότητα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προκειμένου να χρηματοδοτούν την οικονομία; Αυτός είναι ένας μηχανισμός, με τον οποίο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μπορεί να ασκεί πιέσεις πάνω στην Ελλάδα και αποτελεί και μια απάντηση, ιστορικού χαρακτήρα, σε όλους αυτούς οι οποίοι έλεγαν γιατί η Ελλάδα δεν χρησιμοποίησε τη δυνατότητα που είχε το 2010 και το 2011 να απειλήσει τις χώρες της Ευρώπης. Γιατί στην πραγματικότητα, δεν χρειαζόταν να κάνουν τίποτα οι χώρες της Ευρώπης απέναντι στην Ελλάδα τότε. Το μόνο που χρειαζόταν να κάνει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ήταν να διακόψει την παροχή ρευστότητας προς το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και να καταρρεύσει μέσα σε μια νύχτα η οικονομία μας. Λέω, λοιπόν, με αυτά τα δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί για την Ελλάδα έχουν προκύψει μία σειρά από πολύ σημαντικά ζητήματα. Κάποια από αυτά πρέπει να λυθούν σε εθνικό επίπεδο, κάποια από αυτά πρέπει να λυθούν με τη διαμόρφωση ισχυρών συμμαχιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, έτσι ώστε, ευρωπαϊκά προβλήματα να έχουν ως απάντηση μια ευρωπαϊκή λύση. Δεν μπορούμε, από δω από την Ελλάδα, να λύσουμε κάποια προβλήματα, τα οποία, έχουν την αφετηρία τους στην Ευρώπη.
 
Κύριε Σαχινίδη, κατά την εκτίμησή σας τι μπορούμε να περιμένουμε από την συνάντηση στο Παρίσι;
Κατά την άποψη την δική μου, θα πρέπει για μία ακόμη φορά να τεθεί προς συζήτηση το ζήτημα των μακροοικονομικών στόχων. Θα έχετε υπόψη σας, ότι σε ένα μήνα από σήμερα θα κατατεθεί το προσχέδιο του Προϋπολογισμού. Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, το Υπουργείο Οικονομικών εκτιμά, ότι το δημοσιονομικό κενό του 2015, αφού συνυπολογίσουμε τους ρυθμούς ανάπτυξης τους θετικούς, θα είναι της τάξης του ενός δισεκατομμυρίου, πριν ακόμα λάβουμε υπόψη τα αποτελέσματα των δικαστικών αποφάσεων για τους ένστολους αλλά και για άλλες κατηγορίες ειδικών μισθολογίων.
Που είναι προφανές ότι θα εκτινάξουν προς τα πάνω το κενό αυτό…
Ακριβώς. Ταυτόχρονα, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι η Τρόικα εξακολουθεί να υποστηρίζει ότι το δημοσιονομικό κενό είναι διπλάσιο από αυτό που υποστηρίζει η Ελλάδα. Άρα, σύμφωνα με όλα αυτά που υπερασπίζεται η Τρόικα για να τεθεί σε έλεγχο η δυναμική του χρέους, θα πρέπει η χώρα να παράγει πολύ υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, της τάξης του 4-4,5%. Και για να πετύχει το στόχο αυτό, θα μπούμε ξανά σ’ έναν φαύλο κύκλο που προκαλεί ανησυχίες στους καταναλωτές και στους πολίτες και επηρεάζει τη συμπεριφορά τους. Θα πρέπει να ξεκαθαρίσει και το τοπίο ως προς το χρηματοδοτικό κενό, δηλαδή, ως προς τον τρόπο με τον οποίον η χώρα θα καλύψει τις χρηματοδοτικές της ανάγκες το 2015.

Μέσα σε αυτό που περιγράφετε, κύριε Σαχινίδη, για να το βάλουμε και στην συζήτησή μας, είναι εφικτός ένας στόχος, μία πολιτική, στρατηγική εξόδου του Δ.Ν.Τ. από το ελληνικό πρόγραμμα;
 
Κοιτάξτε. Τα χρήματα τα οποία έχει δώσει το Δ.Ν.Τ. στο ελληνικό Πρόγραμμα, είναι χρήματα τα οποία δεν αποτελούν ένα μεγάλο ποσό. Το ερώτημα είναι, ποιος θα αναπληρώσει τα χρήματα αυτά, τα οποία απομένουν να λάβει η ελληνική οικονομία από το Δ.Ν.Τ.; Σε ανύποπτο χρόνο, πριν ένα χρόνο περίπου, με άρθρο μου στην «Καθημερινή», είχα δημόσια τοποθετηθεί επί του διλήμματος, εάν η χώρα θα πρέπει να συνεχίσει να διεκδικεί χρήματα μέσα από τη σχέση που έχει με τους θεσμικούς πιστωτές με χαμηλά επιτόκια και βεβαίως, με τους όρους και τις προϋποθέσεις, ενδεχομένως βελτιωμένους, που δίνουν αυτά τα χρήματα ή να αναζητήσει καταφύγιο και διέξοδο στις αγορές, προκειμένου πλέον να πάψει να τελεί υπό την αυστηρή επιτήρηση, να είναι, μεν υπό την επιτήρηση που προβλέπει το θεσμικό πλαίσιο της Ευρωζώνης αλλά όχι την επιτήρηση της Τρόικας, και βεβαίως, αυτό αυτόματα σημαίνει και την απαλλαγή της και από το Δ.Ν.Τ. και από όλα. Η επιτήρηση που θα είχε η Ελλάδα θα ήταν η συμβατική επιτήρηση χωρών που έχουν δανειστεί χρήματα από την Ευρωζώνη.
Μάλιστα.
Δυστυχώς, το θέμα αυτό δεν αποτέλεσε αντικείμενο της δημόσιας συζήτησης, εκ των υστέρων και με πολύ μεγάλη καθυστέρηση, δηλαδή, αφού πέρασαν έξι μήνες, ακούσαμε τον ΣΥΡΙΖΑ να διερωτάται γιατί η Ελλάδα βγαίνει στις αγορές, θεωρώντας ότι δανειζόμαστε με υψηλά επιτόκια, αλλά δεν συμπλήρωσε την άποψή του ο ΣΥΡΙΖΑ για να πει, εάν τελικά, προτιμά να παίρνουμε χρήματα από τους θεσμικούς πιστωτές με χαμηλότερο επιτόκιο. Η Κυβέρνηση έκανε δύο προσπάθειες να βγει στις αγορές. Η πρώτη πήγε σχετικά καλά, η δεύτερη έτυχε σε μία δύσκολη συγκυρία, ήταν οι ημέρες που η Πορτογαλία αντιμετώπισε πρόβλημα με κάποια Τράπεζά της…
Την κρίση με τις τράπεζες, ναι…
 
… και αυτό δημιούργησε κάποιο πρόβλημα στην προσπάθεια που έκανε η Ελλάδα να αντλήσει χρήματα. Αυτό τι μας δείχνει; Τι μαρτυρά; Ότι, οι τράπεζες οι ελληνικές μπορεί να μην έχουν τα προβλήματα τα οποία είχαν στο παρελθόν, ότι μπορούν να έχουν πρόσβαση στις αγορές κεφαλαίου, ότι η χώρα μπορεί να έχει πρόσβαση στις αγορές κεφαλαίου, αλλά η δυνατότητα και η διάθεση των αγορών να χρηματοδοτούν την Ελλάδα, τελεί υπό αίρεση. Που σημαίνει αυτό, ότι αν διαπιστώσουν ότι για οποιονδήποτε λόγο η Ελλάδα εγκαταλείπει την προσπάθεια την οποία κάνει να εισαγάγει αλλαγές, να τονώσει την οικονομία της, τότε, ενδεχομένως, να αλλάξουν και οι αγορές στάση απέναντι στην Ελλάδα ως προς την δυνατότητά της να δανείζεται χρήματα.

Νομίζω, ότι το συμπέρασμα είναι μάλλον, ότι είναι τόσο εύθραυστα ακόμα τα πράγματα και σε επίπεδο ψυχολογίας για την ελληνική οικονομία, που μπορούν να επηρεαστούν από οποιαδήποτε βήματα γίνουν.
 
Ακριβώς. Γι’ αυτό επιμένω πολύ στο ζήτημα της σταθερότητας και της συναίνεσης. Είναι κάτι το οποίο έχει ανάγκη η χώρα μας. Ευρύτερες πολιτικές συναινέσεις και σταθερότητα, για να διασφαλίσουμε, ότι δεν θα μπούμε σε κάποια περιπέτεια. Το τοπίο στην Ευρώπη είναι πολύ αβέβαιο αλλά και σε όρους πολιτικούς, στην ευρύτερη περιοχή, υπάρχει μια πολύ ρευστή πολιτική κατάσταση και μεγάλες αβεβαιότητες.

Όταν λέτε για συναινέσεις κύριε Σαχινίδη, τα δεδομένα στην πολιτική σκακιέρα στην Ελλάδα είναι πάρα πολύ συγκεκριμένα πλέον. Και υπάρχει και το ορόσημο της Προεδρικής εκλογής που εκ των πραγμάτων θα θέσει τις εξελίξεις προς την μία ή προς την άλλη κατεύθυνση. Από πού, μπορούν να προκύψουν οι συναινέσεις; Εκτιμάτε, δηλαδή, ότι ενδεχομένως θα πρέπει να γίνει και μία προσπάθεια από τον χώρο της Σοσιαλδημοκρατίας; Γιατί αυτό είναι ένα ερώτημα που και στην Ευρώπη πια αρχίζει να συζητείται πάρα πολύ. Με την έννοια της απουσίας πια όλου αυτού του χώρου.
 
Η Σοσιαλδημοκρατία στην Ευρώπη έχει καθυστερήσει σημαντικά να πάρει πρωτοβουλίες, για να επαναπροσδιορίσει τη θέση της και τον ρόλο της μετά από δύο δεκαετίες σταδιακής απώλειας δυνάμεων. Και αυτή, βέβαια, είναι μία τάση η οποία στην Ελλάδα καταγράφηκε με πολύ εκκωφαντικό τρόπο, αν θεωρήσουμε, ότι το ΠΑΣΟΚ ήταν ο κύριος εκφραστής των σοσιαλδημοκρατικών αντιλήψεων. Δεν λέω, ότι το ΠΑΣΟΚ ήταν ταυτισμένο με την Σοσιαλδημοκρατία, αλλά σίγουρα σοσιαλδημοκρατικές απόψεις εκφράστηκαν και μέσα από το ΠΑΣΟΚ, και βεβαίως έξω από την Ελλάδα, στην Αυστρία, στη Γερμανία, στη Δανία, σε πολλές άλλες χώρες έχουμε δει τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, χωρίς να έχουν την εμπειρία του Μνημονίου που είχε η Ελλάδα, να καταγράφουν πολύ αρνητικές επιδόσεις στις εκλογικές αναμετρήσεις.

Η απάντηση σε αυτό, ξέρετε, είναι ότι σε μία εποχή πολύ σημαντικών εξελίξεων στην οικονομία, οι πολιτικές απόψεις μεταξύ της Σοσιαλδημοκρατίας και του Φιλελευθερισμού, φάνηκαν να είναι ίδιες. Με την έννοια της ταύτισης.
 
Έχετε ως ένα βαθμό δίκιο, σε ότι αφορά τη στάση τους, και εδώ πέρα ήταν και η αδυναμία από την πλευρά της Σοσιαλδημοκρατίας να κατανοήσει ποια είναι η συνέπεια από την παγκοσμιοποίηση, και ταυτόχρονα από τη συμμετοχή στην ΟΝΕ. Δηλαδή, η συμμετοχή των χωρών της Ευρώπης στην ΟΝΕ, έχει ως αποτέλεσμα να χάσουν σημαντικά εργαλεία πολιτικής. Και βεβαίως, η Σοσιαλδημοκρατία που βρέθηκε στην εξουσία στη δεκαετία του ’90 στην Ευρώπη, επωφελήθηκε αρχικά από την παγκοσμιοποίηση και τις θετικές επιπτώσεις που είχε στην οικονομία. Όταν, όμως, ξέσπασε η κρίση, ξαφνικά τα περισσότερα Σοσιαλδημοκρατικά ή Σοσιαλιστικά κόμματα που ήταν στην εξουσία συνειδητοποίησαν, ότι δεν έχουν εργαλεία πολιτικής, τότε βρέθηκαν αντιμέτωπα με την αδυναμία τους να διαχειριστούν την κρίση. Διότι, ούτε σε εθνικό επίπεδο μπορούσαν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα αλλά ούτε και υπήρχαν οι προϋποθέσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο για να δοθεί μία ευρωπαϊκή λύση. Γι’ αυτό, σε ανύποπτο χρόνο, είπα, ότι ο εθνικός Κεϋνσιανισμός, δηλαδή, η προσπάθεια να χρησιμοποιήσουμε τον Κρατικό Προϋπολογισμό για να ενισχύσουμε τη ζήτηση στην Ελλάδα, δεν μπορούσε να αποτελέσει μέρος της λύσης του προβλήματος. Αυτό που έχουμε ανάγκη, είναι ένας Ομοσπονδιακός Κεϋνσιανισμός. Δηλαδή, ένας Ομοσπονδιακός Προϋπολογισμός Ευρωπαϊκός, ο οποίος, θα επιτρέψει στην Ευρώπη να ξοδεύει, προκειμένου να στηρίξει χώρες που βρίσκονται σε κρίση.
 
Κατανοητό.
Αυτό όμως προϋποθέτει, ότι έχει εξασφαλιστεί συναίνεση και ισχυροποίηση των Σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στις επιμέρους χώρες, ότι πρέπει να προχωρήσουμε σε μία ευρωπαϊκή λύση. Δυστυχώς, στην Ελλάδα, η Σοσιαλδημοκρατία, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από το ΠΑΣΟΚ, βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε θέση μειοψηφική. Και για να ξαναγίνει πλειοψηφική, θα πρέπει να εξασφαλίσει τη συμμαχία των παραγωγικών δυνάμεων – οι οποίες παράγουν πλούτο, οι οποίες δημιουργούν θέσεις εργασίας – μαζί με τους οικονομικά ασθενέστερους. Κατ’ εμέ, οι παραγωγοί, αυτοί δηλαδή που μετατρέπουν σταδιακά την οικονομία μας σε μία οικονομία ανταγωνιστική και εξωστρεφή, που υποκαθιστούν εισαγωγές ή μπορούν να αυξήσουν τις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, είναι αυτοί που θα πρέπει να εξασφαλίσουμε τη συμμαχία τους με τους οικονομικά ασθενέστερους, που αυτή τη στιγμή χρειάζονται την αλληλεγγύη. Στο βαθμό που το ΠΑΣΟΚ μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία αυτής της συμμαχίας, θα μπορέσει ξανά να παίξει ρόλο κομβικό στη διαμόρφωση των πολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα, και βεβαίως, από κοινού με άλλα Σοσιαλιστικά Σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Ευρώπης, να αλλάξει την ατζέντα την Ευρωπαϊκή, και να οδηγήσει τις κατευθύνσεις της Ευρώπης προς μία αντίληψη διαφορετική σε ό, τι αφορά την ανάπτυξη και την απασχόληση.

Κύριε Σαχινίδη, επειδή δεν έχω άλλο χρόνο, κάτι τελευταίο. Να ρωτήσω αν είστε αισιόδοξος από τα όσα έχουν γίνει μέχρι τώρα για το εγχείρημα της ΕΛΙΑΣ και θα ήθελα να κρίνετε αυτό το τελευταίο «κους-κους» στο εσωτερικό του κόμματός σας για τις ξεχωριστές εκδηλώσεις που θα γίνουν από τον πρώην Πρωθυπουργό και τη νυν ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, με αφορμή την 3η του Σεπτέμβρη. Δεν ξέρω, πώς τα αφομοιώνετε όλα αυτά τα ζητήματα; Ποια είναι η γνώμη σας;
 
Η άποψή μου, την οποία έχω και δημόσια καταθέσει γύρω από το μέλλον και την προοπτική του χώρου της Σοσιαλδημοκρατίας, είναι ότι έχουμε δύο βασικές επιλογές. Η πρώτη βασική μας επιλογή, είναι ή να ανανεώσουμε πλήρως το ΠΑΣΟΚ όπως αυτό υφίσταται, αφού βεβαίως σεβαστούμε όλη την παρακαταθήκη, αφού αναγνωρίσουμε το θετικό έργο αλλά ταυτόχρονα κάνουμε και την αυτοκριτική μας, να προχωρήσουμε σε μία ριζική ανανέωση του ΠΑΣΟΚ ώστε να μετεξελιχθεί σε ένα σύγχρονο Ευρωπαϊκό Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, το οποίο θα επιδιώξει να φέρει την Ελλάδα ξανά στη θέση που της ταιριάζει στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας. Στο βαθμό που δεν υπάρχει συναίνεση ή δεν διαμορφώνονται πλειοψηφίες για τον μετασχηματισμό αυτό του ΠΑΣΟΚ σ’ ένα τέτοιο κόμμα Σοσιαλδημοκρατικό, η άλλη άποψη που υφίσταται ως επιλογή είναι, όλες οι δυνάμεις του Δημοκρατικού Σοσιαλισμού, της Πολιτικής Οικολογίας, του Πολιτικού Φιλελευθερισμού, της Δημοκρατικής Ανανεωτικής και Μεταρρυθμιστικής Αριστεράς, να ξεκινήσουν από μία μηδενική βάση σε μια λογική ενός Γαλλικού «Επινέ» και να πουν, ότι πλέον παραιτούμεθα από όλα, από αξιώματα, από θέσεις, βάζουμε κάτω ένα καινούριο πρόγραμμα που θέλει να εκφράσει τον χώρο αυτό, επιλέγουμε νέα πρόσωπα και προχωρούμε πλέον προς την ανασύνταξη του χώρου, μέσα από έναν νέο πολιτικό σχηματισμό. Αυτές είναι οι δύο δυνατές λύσεις, και αυτές είναι οι απόψεις, τις οποίες επισήμως κατέθεσα στα κομματικά όργανα, σε όσες συζητήσεις έχουν γίνει το τελευταίο χρονικό διάστημα. Είναι οι λύσεις, που δίνουν διέξοδο στα προβλήματα με τα οποία βρισκόμαστε αντιμέτωποι.
Δώστε μου και την απάντηση. Είστε υπέρ της δεύτερης άποψης ή της πρώτης;
 
Προσωπικά, τάχθηκα υπέρ της πρώτης άποψης, αλλά αντιλαμβάνομαι, ότι στο βαθμό που δεν υπάρχουν οι αναγκαίες συμφωνίες για να γίνει πλειοψηφική η άποψή μου αυτή, είμαι διατεθειμένος να υπηρετήσω και τη δεύτερη άποψη. Ότι, δηλαδή, όλες οι δυνάμεις απ’ αυτές που είναι καταγεγραμμένες, το ΠΑ.ΣΟ.Κ., η ΔΗΜ.ΑΡ., το Ποτάμι, αφήνουμε στην άκρη τις απόψεις μας, προχωρούμε στη διαμόρφωση ενός προγράμματος το οποίο θα συζητηθεί από τη βάση, διότι, όλα θα πρέπει να ξεκινήσουν από μηδενική βάση και η βάση είναι αυτή, η οποία, θα πρέπει να πάρει την πρωτοβουλία, και σε μία προσπάθεια επανάληψης, ιστορικής επανάληψης αυτού που έγινε στο Επινέ, να προσπαθήσει η ευρύτερη πολιτική παράταξη των δυνάμεων του Δημοκρατικού Σοσιαλισμού, των Δυνάμεων της Πολιτικής Οικολογίας, του Πολιτικού Φιλελευθερισμού και της Δημοκρατικής Ανανεωτικής και Μεταρρυθμιστικής Αριστεράς, να πάρει ξανά την τύχη του χώρου και της χώρας στα χέρια της.
 
Ευχαριστώ πολύ, κύριε Σαχινίδη.
Εγώ σας ευχαριστώ πολύ. Καλή σας ημέρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου