Του Κωνσταντίνου Γιαννέλου
Πώς θα μπορούσε ο ΣΥΡΙΖΑ στις ερχόμενες εκλογές να επιτύχει μια αδιαμφισβήτητη νίκη έναντι του διεφθαρμένου πολιτικού συστήματος που συνεργάζεται με οικονομικά συμφέροντα και προωθεί τα κέρδη σε βάρος των ανθρώπων;
Με δεδομένη την μέχρι τώρα επικράτηση ΠΑΣΟΚ και ΝΔ και την απλοϊκή διαπίστωση ότι οι περισσότεροι πολίτες υπήρξαν ψηφοφόροι ή οπαδοί του ενός ή του άλλου κόμματος, θα μπορούσε ο ΣΥΡΙΖΑ να αναζητήσει απευθείας ψήφους από τη δεξαμενή των δυσαρεστημένων ψηφοφόρων τους. Κάνοντας συμφωνίες με στελέχη που προέρχονται από τα κόμματα αυτά (ή τα κόμματα που ξεπήδησαν από αυτά τα προηγούμενα τρία χρόνια) θα προσφέρει γνώριμα πρόσωπα, χωρίς να βάλει το εκλογικό κοινό σε διαδικασία ουσιαστικής ριζοσπαστικοποίησης. Θα αποσπάσει μόνο την ψήφο. Ή, πιο σωστά, θα του δανείσουν την ψήφο. Και ενδεχομένως θα την πάρουν πίσω αν δεν ικανοποιηθούν οι προσδοκίες τους.
Το άλλο που θα μπορούσε να κάνει, είναι να υποθέσει ότι ο λαός επιθυμεί ανανέωση και είναι έτοιμος να μπει σε μια διαδικασία κάθαρσης. Σε αυτή την περίπτωση, θα μπορούσε ο ΣΥΡΙΖΑ να (έχει) ξεκινήσει έναν απαιτητικό αλλά ειλικρινή διάλογο με την κοινωνία και, έχοντας ήδη δομές που λειτουργούν, να προβεί σε προσεκτική καταγραφή και ανάδειξη των προσωπικοτήτων που θα μπορούσαν να σηματοδοτήσουν αυτή την ανανέωση. Με πλήρη επίγνωση του ότι δεν υφίσταται παρθενογένεση στην πολιτική. Αλλά και με οδηγό την παράγραφο 15 της πολιτικής απόφασης του ιδρυτικού συνεδρίου σύμφωνα με την οποία θα διαφυλάξει τη φερεγγυότητα και την αξιοπιστία του και δε θα δώσει ρόλο στην Κυβέρνηση της Αριστεράς σε πρόσωπα και δυνάμεις του χρεοκοπημένου και υπόλογου πολιτικού κόσμου, ιδίως όσοι αποδέχθηκαν την πολιτική του μνημονιακού μονόδρομου και έπαιξαν ενεργό ρόλο σε μνημονιακές κυβερνήσεις από θέσεις ευθύνης.
Σε μια τελείως εργαλειακή αντιμετώπιση της όλης κατάστασης, θα μπορούσε να πράξει το πρώτο και να ρισκάρει· καταφέρνοντας κατά πάσα πιθανότητα να επικρατήσει σχετικά εύκολα στις εκλογές. Αναπαράγοντας σε μεγάλο βαθμό τη λογική της ανάθεσης μέσω της ψήφου. Ενδεχομένως, με σοβαρές απώλειες από τα αριστερά του, γεγονός που δεν πρέπει να αγνοηθεί αλλά να συνεκτιμηθεί.
Προσωπικά, προκρίνω τη δεύτερη επιλογή γιατί δημιουργεί μια πιο μόνιμη σχέση με την κοινωνία, καθώς εγκαθιδρύει μια διαδικασία ουσιαστικής αλληλεπίδρασης και εμπέδωσης των ριζοσπαστικών στόχων του και του οράματος για μια διαφορετική κοινωνική οργάνωση. Με πλήρη επίγνωση πως ο σοσιαλισμός οικοδομείται σταδιακά και δεν τοποθετείται προκάτ.
Υπό αυτό το πρίσμα, η όποια προσπάθεια να προσεταιριστεί βουλευτές που εγκαταλείπουν τη μνημονιακή συγκυβέρνηση ή άλλους βουλευτές μικρότερων κομμάτων που βλέπουν στον ΣΥΡΙΖΑ μια καλύτερη πιθανότητα επανεκλογής τους και ετοιμάζονται να συμπράξουν μαζί του υποσχόμενοι πως θα φέρουν πακέτο και τους ψηφοφόρους της εκλογικής περιφέρειάς τους δεν αλλοιώνει απαραίτητα τον προγραμματικό του λόγο αλλά σίγουρα θολώνει το προφίλ του, δημιουργώντας την εντύπωση ότι «ξεπλένει» με τον τρόπο αυτό καιροσκόπους πολιτικούς. Οι οποίοι δεν είναι σίγουρο ότι δε θα διεκδικήσουν ακόμη και κυβερνητικό αξίωμα σε περίπτωση επικράτησης του ΣΥΡΙΖΑ και εκλογής τους. Και οι οποίοι δεν είναι μέλη του κόμματος για να δεσμεύονται τουλάχιστον ηθικά από το καταστατικό του, αλλά λειτουργούν βάσει άτυπων συμφωνιών με την ηγεσία. Η οποία, έχοντας καταφέρει να εκλεγεί από το Συνέδριο (ένα σώμα 3500 ατόμων που συγκροτήθηκε με ειδικό σκοπό και λειτούργησε για 4 μόνο ημέρες), δεν είναι υπόλογη και δεν ελέγχεται από την διαρκή Κεντρική Επιτροπή. Δημιουργώντας με τον τρόπο αυτό ένα ακόμη ρήγμα στην αλληλεπίδραση με τη βάση του κόμματος και μια μικρή υποψία έλλειψης νομιμοποίησης, ειδικά στο κομμάτι που αφορά τις συνεργασίες. Η οποία ΚE, βέβαια, συχνά δείχνει πως βρίσκεται πίσω από τις εξελίξεις και δεν πρωτοπορεί αφού προσπαθεί να κρατήσει ισορροπίες.
Τις προσεχείς ημέρες, καθώς επιχειρείται να ολοκληρωθεί άμεσα η διαδικασία επιλογής υποψηφίων βουλευτών ώστε το κόμμα να είναι έτοιμο για τη διαφαινόμενη προκήρυξη εκλογών, αναμένεται να μονοπωλήσει το ενδιαφέρον τόσο η ακριβής διαδικασία που θα ακολουθηθεί όσο και τα ονόματα που τελικά θα επιλεγούν/προκριθούν. Θα ενταθεί μια φημολογούμενη κατάσταση όπου μεμονωμένες προσωπικότητες προσεγγίζουν τα όργανα, παρακάμπτοντας την ένταξη και την επαφή με τις Οργανώσεις Μελών και επιδιώκουν να εγκαθιδρύσουν προνομιακές διόδους επικοινωνίας και αυτοπροώθησης. Το φαινόμενο δεν είναι καινούριο. Το έχουμε δει να συμβαίνει και παλιότερα. Αν το 2012 οι καιροσκόποι και οι τυχοδιώκτες πιάστηκαν εξαπίνης, από τη Συνδιάσκεψη και μετά, ως το Ιδρυτικό Συνέδριο και τις ευρωεκλογές είχαν άπλετο χρόνο να δρομολογήσουν καταστάσεις προς ίδιον όφελος. Αυτό σε συνδυασμό με άνωθεν κινήσεις και επιλογές, τη στόχευση των οποίων δεν καταφέρνουν να κατανοήσουν και να δικαιολογήσουν όλοι.
Αν αναρωτιόμασταν πώς προέκυψε συνεργαζόμενος βουλευτής ο Τατσόπουλος, πώς εισήχθη στην κοινοβουλευτική ομάδα ο Μιχελογιαννάκης, πώς κατέληξε να ακούγεται το όνομα του Λαζόπουλου για το ευρωψηφοδέλτιο, πώς πορεύεται μες στο κόμμα ο Χρυσόγονος και πώς εντάχθηκε ο Κούλογλου (που αναμένεται μάλιστα να αναλάβει σύντομα καθήκοντα άμα τη αποχωρήσει του σ.Γλέζου), πολύ φοβάμαι πως προσεχώς θα δούμε συμπυκνωμένα πολλά επεισόδια από το σίριαλ της διεύρυνσης.
Κι ενώ, δεν αμφισβητείται η αναγκαιότητα των συνεργασιών στο πλαίσιο της διεύρυνσης της εκλογικής βάσης (έτσι εξάλλου συμφωνήθηκε και προβλέπεται καταστατικά), αυτό το οποίο τίθεται εν αμφιβόλω εδώ είναι η αναγκαιότητα στην παρούσα συγκυρία. Και τούτο γιατί η άποψη ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η μόνη ρεαλιστική επιλογή εδραιώνεται πλέον σε τέτοιο βαθμό ώστε ίσως δε χρειάζεται καν να συμπεριληφθούν στις βουλευτικές υποψηφιότητες του κόμματος άτομα που μέχρι πρότινος αντιμάχονταν τη ριζοσπαστική αριστερή πρότασή του. Δίνεται η δυνατότητα μαζί με τους μνημονιακούς υπερασπιστές του κεφαλαίου να ξεμπερδέψουμε σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση (πάντα στο πλαίσιο της μικροαστικής δημοκρατίας μας) και με τα φθαρμένα πρόσωπα που μετακινούνται από δω κι από κει και συνεχίζουν να υφαρπάζουν την ψήφο των πολιτών εξασφαλίζοντας την πολιτική τους επιβίωση.
Στη μελλοντική κυβέρνηση της Αριστεράς δικαιούμαστε να προσδοκούμε πως οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ θα κομίζουν το διαφορετικό και το ελπιδοφόρο που οραματιζόμαστε και δε θα είναι ιδιοτελείς προσωπικότητες που θα προωθούν πρωτίστως τον εαυτό τους δρώντας πάνω στο άρμα του κόμματος. Και αυτό αφορά τους πάντες. Εκλεγμένους στην αυτοδιοίκηση, στη Βουλή και στο ευρωκοινοβούλιο.
http://alterthess.gr/content/ti-na-min-kanei-o-syriza-me-tis-ypopsifiotites-voyleyton-toy-konstantinoy-gianneloy
Πώς θα μπορούσε ο ΣΥΡΙΖΑ στις ερχόμενες εκλογές να επιτύχει μια αδιαμφισβήτητη νίκη έναντι του διεφθαρμένου πολιτικού συστήματος που συνεργάζεται με οικονομικά συμφέροντα και προωθεί τα κέρδη σε βάρος των ανθρώπων;
Με δεδομένη την μέχρι τώρα επικράτηση ΠΑΣΟΚ και ΝΔ και την απλοϊκή διαπίστωση ότι οι περισσότεροι πολίτες υπήρξαν ψηφοφόροι ή οπαδοί του ενός ή του άλλου κόμματος, θα μπορούσε ο ΣΥΡΙΖΑ να αναζητήσει απευθείας ψήφους από τη δεξαμενή των δυσαρεστημένων ψηφοφόρων τους. Κάνοντας συμφωνίες με στελέχη που προέρχονται από τα κόμματα αυτά (ή τα κόμματα που ξεπήδησαν από αυτά τα προηγούμενα τρία χρόνια) θα προσφέρει γνώριμα πρόσωπα, χωρίς να βάλει το εκλογικό κοινό σε διαδικασία ουσιαστικής ριζοσπαστικοποίησης. Θα αποσπάσει μόνο την ψήφο. Ή, πιο σωστά, θα του δανείσουν την ψήφο. Και ενδεχομένως θα την πάρουν πίσω αν δεν ικανοποιηθούν οι προσδοκίες τους.
Το άλλο που θα μπορούσε να κάνει, είναι να υποθέσει ότι ο λαός επιθυμεί ανανέωση και είναι έτοιμος να μπει σε μια διαδικασία κάθαρσης. Σε αυτή την περίπτωση, θα μπορούσε ο ΣΥΡΙΖΑ να (έχει) ξεκινήσει έναν απαιτητικό αλλά ειλικρινή διάλογο με την κοινωνία και, έχοντας ήδη δομές που λειτουργούν, να προβεί σε προσεκτική καταγραφή και ανάδειξη των προσωπικοτήτων που θα μπορούσαν να σηματοδοτήσουν αυτή την ανανέωση. Με πλήρη επίγνωση του ότι δεν υφίσταται παρθενογένεση στην πολιτική. Αλλά και με οδηγό την παράγραφο 15 της πολιτικής απόφασης του ιδρυτικού συνεδρίου σύμφωνα με την οποία θα διαφυλάξει τη φερεγγυότητα και την αξιοπιστία του και δε θα δώσει ρόλο στην Κυβέρνηση της Αριστεράς σε πρόσωπα και δυνάμεις του χρεοκοπημένου και υπόλογου πολιτικού κόσμου, ιδίως όσοι αποδέχθηκαν την πολιτική του μνημονιακού μονόδρομου και έπαιξαν ενεργό ρόλο σε μνημονιακές κυβερνήσεις από θέσεις ευθύνης.
Σε μια τελείως εργαλειακή αντιμετώπιση της όλης κατάστασης, θα μπορούσε να πράξει το πρώτο και να ρισκάρει· καταφέρνοντας κατά πάσα πιθανότητα να επικρατήσει σχετικά εύκολα στις εκλογές. Αναπαράγοντας σε μεγάλο βαθμό τη λογική της ανάθεσης μέσω της ψήφου. Ενδεχομένως, με σοβαρές απώλειες από τα αριστερά του, γεγονός που δεν πρέπει να αγνοηθεί αλλά να συνεκτιμηθεί.
Προσωπικά, προκρίνω τη δεύτερη επιλογή γιατί δημιουργεί μια πιο μόνιμη σχέση με την κοινωνία, καθώς εγκαθιδρύει μια διαδικασία ουσιαστικής αλληλεπίδρασης και εμπέδωσης των ριζοσπαστικών στόχων του και του οράματος για μια διαφορετική κοινωνική οργάνωση. Με πλήρη επίγνωση πως ο σοσιαλισμός οικοδομείται σταδιακά και δεν τοποθετείται προκάτ.
Υπό αυτό το πρίσμα, η όποια προσπάθεια να προσεταιριστεί βουλευτές που εγκαταλείπουν τη μνημονιακή συγκυβέρνηση ή άλλους βουλευτές μικρότερων κομμάτων που βλέπουν στον ΣΥΡΙΖΑ μια καλύτερη πιθανότητα επανεκλογής τους και ετοιμάζονται να συμπράξουν μαζί του υποσχόμενοι πως θα φέρουν πακέτο και τους ψηφοφόρους της εκλογικής περιφέρειάς τους δεν αλλοιώνει απαραίτητα τον προγραμματικό του λόγο αλλά σίγουρα θολώνει το προφίλ του, δημιουργώντας την εντύπωση ότι «ξεπλένει» με τον τρόπο αυτό καιροσκόπους πολιτικούς. Οι οποίοι δεν είναι σίγουρο ότι δε θα διεκδικήσουν ακόμη και κυβερνητικό αξίωμα σε περίπτωση επικράτησης του ΣΥΡΙΖΑ και εκλογής τους. Και οι οποίοι δεν είναι μέλη του κόμματος για να δεσμεύονται τουλάχιστον ηθικά από το καταστατικό του, αλλά λειτουργούν βάσει άτυπων συμφωνιών με την ηγεσία. Η οποία, έχοντας καταφέρει να εκλεγεί από το Συνέδριο (ένα σώμα 3500 ατόμων που συγκροτήθηκε με ειδικό σκοπό και λειτούργησε για 4 μόνο ημέρες), δεν είναι υπόλογη και δεν ελέγχεται από την διαρκή Κεντρική Επιτροπή. Δημιουργώντας με τον τρόπο αυτό ένα ακόμη ρήγμα στην αλληλεπίδραση με τη βάση του κόμματος και μια μικρή υποψία έλλειψης νομιμοποίησης, ειδικά στο κομμάτι που αφορά τις συνεργασίες. Η οποία ΚE, βέβαια, συχνά δείχνει πως βρίσκεται πίσω από τις εξελίξεις και δεν πρωτοπορεί αφού προσπαθεί να κρατήσει ισορροπίες.
Τις προσεχείς ημέρες, καθώς επιχειρείται να ολοκληρωθεί άμεσα η διαδικασία επιλογής υποψηφίων βουλευτών ώστε το κόμμα να είναι έτοιμο για τη διαφαινόμενη προκήρυξη εκλογών, αναμένεται να μονοπωλήσει το ενδιαφέρον τόσο η ακριβής διαδικασία που θα ακολουθηθεί όσο και τα ονόματα που τελικά θα επιλεγούν/προκριθούν. Θα ενταθεί μια φημολογούμενη κατάσταση όπου μεμονωμένες προσωπικότητες προσεγγίζουν τα όργανα, παρακάμπτοντας την ένταξη και την επαφή με τις Οργανώσεις Μελών και επιδιώκουν να εγκαθιδρύσουν προνομιακές διόδους επικοινωνίας και αυτοπροώθησης. Το φαινόμενο δεν είναι καινούριο. Το έχουμε δει να συμβαίνει και παλιότερα. Αν το 2012 οι καιροσκόποι και οι τυχοδιώκτες πιάστηκαν εξαπίνης, από τη Συνδιάσκεψη και μετά, ως το Ιδρυτικό Συνέδριο και τις ευρωεκλογές είχαν άπλετο χρόνο να δρομολογήσουν καταστάσεις προς ίδιον όφελος. Αυτό σε συνδυασμό με άνωθεν κινήσεις και επιλογές, τη στόχευση των οποίων δεν καταφέρνουν να κατανοήσουν και να δικαιολογήσουν όλοι.
Αν αναρωτιόμασταν πώς προέκυψε συνεργαζόμενος βουλευτής ο Τατσόπουλος, πώς εισήχθη στην κοινοβουλευτική ομάδα ο Μιχελογιαννάκης, πώς κατέληξε να ακούγεται το όνομα του Λαζόπουλου για το ευρωψηφοδέλτιο, πώς πορεύεται μες στο κόμμα ο Χρυσόγονος και πώς εντάχθηκε ο Κούλογλου (που αναμένεται μάλιστα να αναλάβει σύντομα καθήκοντα άμα τη αποχωρήσει του σ.Γλέζου), πολύ φοβάμαι πως προσεχώς θα δούμε συμπυκνωμένα πολλά επεισόδια από το σίριαλ της διεύρυνσης.
Κι ενώ, δεν αμφισβητείται η αναγκαιότητα των συνεργασιών στο πλαίσιο της διεύρυνσης της εκλογικής βάσης (έτσι εξάλλου συμφωνήθηκε και προβλέπεται καταστατικά), αυτό το οποίο τίθεται εν αμφιβόλω εδώ είναι η αναγκαιότητα στην παρούσα συγκυρία. Και τούτο γιατί η άποψη ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η μόνη ρεαλιστική επιλογή εδραιώνεται πλέον σε τέτοιο βαθμό ώστε ίσως δε χρειάζεται καν να συμπεριληφθούν στις βουλευτικές υποψηφιότητες του κόμματος άτομα που μέχρι πρότινος αντιμάχονταν τη ριζοσπαστική αριστερή πρότασή του. Δίνεται η δυνατότητα μαζί με τους μνημονιακούς υπερασπιστές του κεφαλαίου να ξεμπερδέψουμε σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση (πάντα στο πλαίσιο της μικροαστικής δημοκρατίας μας) και με τα φθαρμένα πρόσωπα που μετακινούνται από δω κι από κει και συνεχίζουν να υφαρπάζουν την ψήφο των πολιτών εξασφαλίζοντας την πολιτική τους επιβίωση.
Στη μελλοντική κυβέρνηση της Αριστεράς δικαιούμαστε να προσδοκούμε πως οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ θα κομίζουν το διαφορετικό και το ελπιδοφόρο που οραματιζόμαστε και δε θα είναι ιδιοτελείς προσωπικότητες που θα προωθούν πρωτίστως τον εαυτό τους δρώντας πάνω στο άρμα του κόμματος. Και αυτό αφορά τους πάντες. Εκλεγμένους στην αυτοδιοίκηση, στη Βουλή και στο ευρωκοινοβούλιο.
http://alterthess.gr/content/ti-na-min-kanei-o-syriza-me-tis-ypopsifiotites-voyleyton-toy-konstantinoy-gianneloy
(Visited 1 times, 1 visits today)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου