Του Φίλιππου Σαχινίδη*
Η Ελλάδα το 2013 θα παρουσιάσει για πρώτη φορά -μετά τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό του 2009- ισοσκελισμένο ή πλεονασματικό αποτέλεσμα στο πρωτογενές ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης και σχεδόν ισοσκελισμένο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Η αντιμετώπιση των ανισορροπιών της οικονομίας που προκάλεσαν την κρίση το 2009 έγινε με ένα τεράστιο κόστος σε όρους απασχόλησης και εισοδημάτων, αφού η ανεργία προσεγγίζει το 28%, ενώ η νεανική ανεργία το 64%.
Με δεδομένο ότι η Ελλάδα βρίσκεται για έκτη συνεχόμενη χρονιά σε ύφεση, το ερώτημα το οποίο τίθεται είναι πότε η ελληνική οικονομία θα...
...εισέλθει σε μια τροχιά διατηρήσιμης ανάπτυξης, προϋπόθεση για να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας σε ανταγωνιστικούς τομείς της οικονομίας. Το ερώτημα που πρέπει να μας απασχολεί σήμερα δεν είναι αν η Ελλάδα θα περάσει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης το 2014 ή όχι.
Ούτως ή άλλως ακόμη και αν αυτό συμβεί, διατρέχουμε τον κίνδυνο για ένα μικρό διάστημα να έχουμε μια ανάπτυξη που δεν θα συνοδεύεται από αύξηση της απασχόλησης.
Το ερώτημα είναι αν έχουμε διανύσει σημαντική απόσταση σε ό,τι αφορά τον κομβικό στόχο για μετασχηματισμό της παραγωγικής μας βάσης ώστε η ελληνική οικονομία να ενταχθεί αποτελεσματικά στον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας.
Αν δηλαδή επιτεύχθηκε η συρρίκνωση του μη ανταγωνιστικού και μη εξωστρεφούς τομέα της οικονομίας, που υπήρξε η πηγή των ελλειμμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών προς όφελος του ανταγωνιστικού και εξωστρεφούς τομέα της.
Εδώ φαίνεται ότι η πρόοδος που έχει συντελεστεί είναι περιορισμένη. Η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να είναι παγιδευμένη σε ένα ξεπερασμένο παραγωγικό πρότυπο.
Η βελτίωση στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι επισφαλής. Οφείλεται κυρίως στη μεγάλη μείωση των εισαγωγών λόγω της μείωσης των εισοδημάτων και πολύ λίγο στην αύξηση των εξαγωγών. Αλλά και η σύνθεση για παράδειγμα των εξαγωγών μετά την κρίση δεν δείχνει ότι παράγουμε νέα προϊόντα που ενσωματώνουν υψηλή τεχνολογία ή είναι καινοτόμα.
Η χώρα αντιμετώπισε μεγάλες προκλήσεις με το ξέσπασμα της κρίσης και η αβεβαιότητα κυριάρχησε ως αποτέλεσμα της αδυναμίας επίτευξης ευρείας πολιτικής συναίνεσης, αλλά και της αστάθειας που προκάλεσαν οι δύο συνεχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις.
Παράλληλα με τη γενικότερη αβεβαιότητα στο πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, η διατήρηση των πραγματικών επιτοκίων σε πολύ υψηλά επίπεδα και η καθυστέρηση στην ανακεφαλαιοποίηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος απέτρεψαν την πραγματοποίηση των αναγκαίων επενδύσεων. Εξίσου ανασταλτικός υπήρξε και ο ρόλος όσων εξυπηρετούνταν άμεσα ή έμμεσα από το παλαιό κρατικοκεντρικό πρότυπο ανάπτυξης.
Η διαδικασία μετασχηματισμού του παραγωγικού προτύπου δεν είναι εύκολη ούτε επιθυμητή από όλους. Διότι προϋποθέτει ότι οι μη ανταγωνιστικές επιχειρήσεις ή δραστηριότητες θα πάψουν να έχουν τον ρόλο που είχαν στον παρελθόν. Δεν μπορεί για παράδειγμα η οικοδομική δραστηριότητα να επιστρέψει στα επίπεδα προς της κρίσης. Είναι αναμενόμενο ότι οι ιδιοκτήτες τους θα επιδιώξουν να αποτρέψουν αυτό το ενδεχόμενο, διεκδικώντας ξανά ρόλο για τις επιχειρήσεις τους.
Επομένως ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα στην πραγματοποίηση νέων επενδύσεων από ίδια κεφάλαια θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του νέου παραγωγικού προτύπου. Το Δημόσιο, για παράδειγμα, μπορεί να συμμετάσχει με την αξιοποίηση αδρανούς κοινωνικού κεφαλαίου. Επί του παρόντος οι ιδιώτες δεν δείχνουν να έχουν πάρει κάποια σημαντική πρωτοβουλία για νέες επενδύσεις.
Εδώ αναδεικνύεται και ο κομβικός ρόλος του τραπεζικού συστήματος στη διαδικασία του μετασχηματισμού. Οι τράπεζες έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους δάνεια προς επιχειρήσεις οι οποίες πιέζουν για ρυθμίσεις υφιστάμενων δανείων ή για νέες χορηγήσεις. Αυτό όμως κρατά τις τράπεζες προσκολλημένες σε επιχειρήσεις που δεν έχουν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Έτσι, όμως, περιορίζονται οι λίγες διαθέσιμες πιστώσεις που υπάρχουν για τη χρηματοδότηση νέων επενδύσεων σε ανταγωνιστικούς τομείς. Υπάρχουν πάλι κλάδοι, όπως οι ιχθυοκαλλιέργειες, με πολλά χρέη που όμως είναι ανταγωνιστικοί αλλά χρειάζονται αναδιάρθρωση.
Σημαντικό ρόλο στη διαδικασία μετασχηματισμού της οικονομίας εκ των πραγμάτων έχει και το πρόγραμμα αποκρατικοποίησης, το οποίο αποσκοπεί να προσελκύσει νέα επενδυτικά κεφάλαια αλλά και μεταφορά τεχνογνωσίας.
Ομως και εδώ σημειώνονται καθυστερήσεις και παρά την όποια πρόοδο δεν υπήρξε ούτε από αυτήν πλευρά κάποια ουσιαστική συνεισφορά προς την κατεύθυνση του μετασχηματισμού της οικονομίας.
Είναι αναγκαίο η δημόσια συζήτηση αλλά και οι συζητήσεις με τους Ευρωπαίους εταίρους στην επόμενη αξιολόγηση της πορείας της ελληνικής οικονομίας, που θα ξεκινήσει στα μέσα του Σεπτεμβρίου, να μην εγκλωβιστεί μονομερώς στο θέμα της δημοσιονομικής προσαρμογής, που σε μεγάλο βαθμό έχει ολοκληρωθεί, αλλά να επικεντρωθεί και στην παρακολούθηση του μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας.
Οι καθυστερήσεις στην αναδιάρθρωση της οικονομίας εξαντλούν τις αντοχές της κοινωνίας τροφοδοτώντας ακραίες συμπεριφορές και πολιτικές επιλογές. Τέσσερα χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης η χώρα βρίσκεται σε ένα κομβικό σημείο σε ό,τι αφορά τις δυνατότητές της να συνεχίσει την υλοποίηση των διαρθρωτικών αλλαγών, που θα της επιτρέψουν να βγει οριστικά από την κρίση.
Η κυβέρνηση σε αυτήν την κρίσιμη στιγμή οφείλει να επαναπροσδιορίσει κίνητρα και αντικίνητρα, ώστε ο μετασχηματισμός της οικονομίας να επιταχυνθεί και να αρχίσει να παράγει αποτελέσματα. Αυτή είναι η μόνη επιλογή που διασφαλίζει ότι η οικονομία θα δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας και εισοδήματα και θα ενισχύσει και την κοινωνική και πολιτική σταθερότητα.
*Ο Φίλιππος Σαχινίδης είναι πρώην υπουργός Οικονομικών και νυν βουλευτής του ΠΑΣΟΚ. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην Ημερησία.
Η Ελλάδα το 2013 θα παρουσιάσει για πρώτη φορά -μετά τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό του 2009- ισοσκελισμένο ή πλεονασματικό αποτέλεσμα στο πρωτογενές ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης και σχεδόν ισοσκελισμένο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Η αντιμετώπιση των ανισορροπιών της οικονομίας που προκάλεσαν την κρίση το 2009 έγινε με ένα τεράστιο κόστος σε όρους απασχόλησης και εισοδημάτων, αφού η ανεργία προσεγγίζει το 28%, ενώ η νεανική ανεργία το 64%.
Με δεδομένο ότι η Ελλάδα βρίσκεται για έκτη συνεχόμενη χρονιά σε ύφεση, το ερώτημα το οποίο τίθεται είναι πότε η ελληνική οικονομία θα...
...εισέλθει σε μια τροχιά διατηρήσιμης ανάπτυξης, προϋπόθεση για να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας σε ανταγωνιστικούς τομείς της οικονομίας. Το ερώτημα που πρέπει να μας απασχολεί σήμερα δεν είναι αν η Ελλάδα θα περάσει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης το 2014 ή όχι.
Ούτως ή άλλως ακόμη και αν αυτό συμβεί, διατρέχουμε τον κίνδυνο για ένα μικρό διάστημα να έχουμε μια ανάπτυξη που δεν θα συνοδεύεται από αύξηση της απασχόλησης.
Το ερώτημα είναι αν έχουμε διανύσει σημαντική απόσταση σε ό,τι αφορά τον κομβικό στόχο για μετασχηματισμό της παραγωγικής μας βάσης ώστε η ελληνική οικονομία να ενταχθεί αποτελεσματικά στον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας.
Αν δηλαδή επιτεύχθηκε η συρρίκνωση του μη ανταγωνιστικού και μη εξωστρεφούς τομέα της οικονομίας, που υπήρξε η πηγή των ελλειμμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών προς όφελος του ανταγωνιστικού και εξωστρεφούς τομέα της.
Εδώ φαίνεται ότι η πρόοδος που έχει συντελεστεί είναι περιορισμένη. Η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να είναι παγιδευμένη σε ένα ξεπερασμένο παραγωγικό πρότυπο.
Η βελτίωση στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι επισφαλής. Οφείλεται κυρίως στη μεγάλη μείωση των εισαγωγών λόγω της μείωσης των εισοδημάτων και πολύ λίγο στην αύξηση των εξαγωγών. Αλλά και η σύνθεση για παράδειγμα των εξαγωγών μετά την κρίση δεν δείχνει ότι παράγουμε νέα προϊόντα που ενσωματώνουν υψηλή τεχνολογία ή είναι καινοτόμα.
Η χώρα αντιμετώπισε μεγάλες προκλήσεις με το ξέσπασμα της κρίσης και η αβεβαιότητα κυριάρχησε ως αποτέλεσμα της αδυναμίας επίτευξης ευρείας πολιτικής συναίνεσης, αλλά και της αστάθειας που προκάλεσαν οι δύο συνεχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις.
Παράλληλα με τη γενικότερη αβεβαιότητα στο πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, η διατήρηση των πραγματικών επιτοκίων σε πολύ υψηλά επίπεδα και η καθυστέρηση στην ανακεφαλαιοποίηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος απέτρεψαν την πραγματοποίηση των αναγκαίων επενδύσεων. Εξίσου ανασταλτικός υπήρξε και ο ρόλος όσων εξυπηρετούνταν άμεσα ή έμμεσα από το παλαιό κρατικοκεντρικό πρότυπο ανάπτυξης.
Η διαδικασία μετασχηματισμού του παραγωγικού προτύπου δεν είναι εύκολη ούτε επιθυμητή από όλους. Διότι προϋποθέτει ότι οι μη ανταγωνιστικές επιχειρήσεις ή δραστηριότητες θα πάψουν να έχουν τον ρόλο που είχαν στον παρελθόν. Δεν μπορεί για παράδειγμα η οικοδομική δραστηριότητα να επιστρέψει στα επίπεδα προς της κρίσης. Είναι αναμενόμενο ότι οι ιδιοκτήτες τους θα επιδιώξουν να αποτρέψουν αυτό το ενδεχόμενο, διεκδικώντας ξανά ρόλο για τις επιχειρήσεις τους.
Επομένως ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα στην πραγματοποίηση νέων επενδύσεων από ίδια κεφάλαια θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του νέου παραγωγικού προτύπου. Το Δημόσιο, για παράδειγμα, μπορεί να συμμετάσχει με την αξιοποίηση αδρανούς κοινωνικού κεφαλαίου. Επί του παρόντος οι ιδιώτες δεν δείχνουν να έχουν πάρει κάποια σημαντική πρωτοβουλία για νέες επενδύσεις.
Εδώ αναδεικνύεται και ο κομβικός ρόλος του τραπεζικού συστήματος στη διαδικασία του μετασχηματισμού. Οι τράπεζες έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους δάνεια προς επιχειρήσεις οι οποίες πιέζουν για ρυθμίσεις υφιστάμενων δανείων ή για νέες χορηγήσεις. Αυτό όμως κρατά τις τράπεζες προσκολλημένες σε επιχειρήσεις που δεν έχουν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Έτσι, όμως, περιορίζονται οι λίγες διαθέσιμες πιστώσεις που υπάρχουν για τη χρηματοδότηση νέων επενδύσεων σε ανταγωνιστικούς τομείς. Υπάρχουν πάλι κλάδοι, όπως οι ιχθυοκαλλιέργειες, με πολλά χρέη που όμως είναι ανταγωνιστικοί αλλά χρειάζονται αναδιάρθρωση.
Σημαντικό ρόλο στη διαδικασία μετασχηματισμού της οικονομίας εκ των πραγμάτων έχει και το πρόγραμμα αποκρατικοποίησης, το οποίο αποσκοπεί να προσελκύσει νέα επενδυτικά κεφάλαια αλλά και μεταφορά τεχνογνωσίας.
Ομως και εδώ σημειώνονται καθυστερήσεις και παρά την όποια πρόοδο δεν υπήρξε ούτε από αυτήν πλευρά κάποια ουσιαστική συνεισφορά προς την κατεύθυνση του μετασχηματισμού της οικονομίας.
Είναι αναγκαίο η δημόσια συζήτηση αλλά και οι συζητήσεις με τους Ευρωπαίους εταίρους στην επόμενη αξιολόγηση της πορείας της ελληνικής οικονομίας, που θα ξεκινήσει στα μέσα του Σεπτεμβρίου, να μην εγκλωβιστεί μονομερώς στο θέμα της δημοσιονομικής προσαρμογής, που σε μεγάλο βαθμό έχει ολοκληρωθεί, αλλά να επικεντρωθεί και στην παρακολούθηση του μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας.
Οι καθυστερήσεις στην αναδιάρθρωση της οικονομίας εξαντλούν τις αντοχές της κοινωνίας τροφοδοτώντας ακραίες συμπεριφορές και πολιτικές επιλογές. Τέσσερα χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης η χώρα βρίσκεται σε ένα κομβικό σημείο σε ό,τι αφορά τις δυνατότητές της να συνεχίσει την υλοποίηση των διαρθρωτικών αλλαγών, που θα της επιτρέψουν να βγει οριστικά από την κρίση.
Η κυβέρνηση σε αυτήν την κρίσιμη στιγμή οφείλει να επαναπροσδιορίσει κίνητρα και αντικίνητρα, ώστε ο μετασχηματισμός της οικονομίας να επιταχυνθεί και να αρχίσει να παράγει αποτελέσματα. Αυτή είναι η μόνη επιλογή που διασφαλίζει ότι η οικονομία θα δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας και εισοδήματα και θα ενισχύσει και την κοινωνική και πολιτική σταθερότητα.
*Ο Φίλιππος Σαχινίδης είναι πρώην υπουργός Οικονομικών και νυν βουλευτής του ΠΑΣΟΚ. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην Ημερησία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου